Τρίτη 3 Ιουνίου 2008

Η κρίση του ΕΣΥ είναι κυρίως ηθική

Είναι αλήθεια άχαρο -και ενδεικτικό της δυσκολίας συγκρότησης ενός κοινού τόπου πεποιθήσεων- να συζητάμε κάθε φορά που συναντιόμαστε την πολιτική υγείας εφ’ όλης της ύλης.

Πάντως έχει περάσει ένα τέταρτο του αιώνα από την ίδρυση του ΕΣΥ: είναι ώρα για έναν απολογισμό.

Η εμπειρία του ΕΣΥ έχει φωτεινά και λιγότερο φωτεινά σημεία.

Τα φωτεινά δεν τα αγνοώ, αλλά τα αντιπαρέρχομαι -έτσι κι αλλιώς, έχουμε το ευρωπαϊκό ρεκόρ του αυτοσυγχαίρεσθαι για ό,τι αντιλαμβανόμαστε ως επιτυχίες μας. Τα λιγότερο φωτεινά σημεία είναι αυτά για τα οποία αξίζει να μιλάμε.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι η ίδρυση του ΕΣΥ χαιρετίστηκε με ικανοποίηση, ή και με ενθουσιασμό, όχι μόνο από τον κόσμο του ΠΑΣΟΚ, αλλά και από ένα πολύ ευρύτερο φάσμα κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων (από την αριστερά έως τη «φωτισμένη» κεντροδεξιά) που στις αρχές της δεκαετίας του 1980 πίστεψαν στη ρεαλιστική ουτοπία ενός δημόσιου συστήματος υγείας, η πρόσβαση στο οποίο να εξαρτάται από την ανάγκη για περίθαλψη, όχι από το εισόδημα ή την κοινωνική θέση.

Για το λόγο αυτό, η ανάλυση του σήμερα με βάση τις προσδοκίες του τότε είναι ίσως οδυνηρή, αλλά οπωσδήποτε αναγκαία.

Τα λιγότερο φωτεινά σημεία του ΕΣΥ είναι γνωστά. Τα θυμίζω επί τροχάδην.
• Η επιβίωση μιας «υβριδικής» μορφής οργάνωσης του δημόσιου τομέα υγείας, και με «εθνικό σύστημα» και με ταμεία υγείας, όχι επειδή υπήρξε κάποιο σχέδιο αλλά λόγω του εκβιασμού των ευγενών ταμείων (βλ. παρέμβαση του προέδρου της Βουλής Γιάννη Αλευρά στη συζήτηση για τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ το 1983, όπου απείλησε ευθέως ότι θα ηγηθεί των κινητοποιήσεων της ΟΤΟΕ, της οποίας μεχρι πρότινος προήδρευε, εάν δεν αποσυρόταν η διάταξη του νομοσχεδίου για την κατάργηση των ταμείων υγείας -όπερ και εγένετο). Μια «υβριδική» μορφή παγκόσμιας πρωτοτυπίας, αλλά με τεράστιο κόστος, οικονομικό και κοινωνικό.

• Η τεράστια ανάπτυξη του ιδιωτικού τομέα παρά τις διακηρύξεις για «αποεμπορευματοποίηση του αγαθού υγεία» (εισηγητική έκθεση ιδρυτικού νόμου του ΕΣΥ). Με την ιδιωτική δαπάνη στο 5% του ΑΕΠ, ή 50% της συνολικής δαπάνης για την υγεία, η χώρα μας ξεχωρίζει στην Ευρώπη των 25 και πλησιάζει ταχέως τα αντίστοιχα ποσοστά στις ΗΠΑ.

• Παρά τη σημαντική αύξηση των πόρων που δαπανώνται για την υγεία, τόσο η ικανοποίηση των χρηστών, όσο η εμπιστοσύνη του κοινού στους γιατρούς και στο σύστημα, καθώς και η πρόσβαση των ομάδων χαμηλού εισοδήματος σε υπηρεσίες περίθαλψης, βρίσκονται όλα σε πολύ χαμηλά επίπεδα.

• Πάνω από όλα, το ΕΣΥ πάσχει από μια βαθειά ηθική κρίση, η οποία συνοψίζεται στην επικράτηση αξιών (ή «αξιών») που είναι ασύμβατες με τη ρεαλιστική ουτοπία για την οποία μιλούσαμε προηγουμένως.

Είναι κάπως μίζερο, ίσως ακόμη και αγενές, να αναφερθώ σε φαινόμενα όπως:
• το περιβόητο «φακελάκι»,

• τη σκανδαλώδη κακοδιαχείριση,

• την εκτεταμένη διαφθορά που επικρατεί στις συναλλαγές του ιδιωτικού τομέα με το δημόσιο,

• το μαζικό χρηματισμό των γιατρών από τις φαρμακευτικές εταιρείες.

Πρόκειται για φαινόμενα τα οποία αποτελούν τόσο μόνιμα χαρακτηριστικά του τοπίου της υγείας στην Ελλάδα που πλέον δεν τα πολυπροσέχουμε. Ίσως μάλιστα να έχουμε χάσει εντελώς την ικανότητά μας να σοκαριζόμαστε από αυτά.

Φυσικά, την ίδια στιγμή, κάποιοι που επιμένουν να ενεργούν με γνώμονα μια αίσθηση αξιοπρέπειας και ίσως δημόσιου συμφέροντος, όχι με βάση το στόχο του όσο το δυνατόν ταχύτερου πλουτισμού, υπάρχουν ακόμη -είναι όμως λίγοι, απομονωμένοι, απογοητευμένοι, συχνά λοιδωρούμενοι ως «γραφικοί».

Είναι κάπως μίζερο, ίσως ακόμη και αγενές, που τα θίγω όλα αυτά, αλλά και απαραίτητο.

Γιατί εφόσον η ηθική κρίση που ανέφερα εξακολουθεί να μαστίζει το σύστημα υγείας, ακόμη και τα πιο φιλόδοξα μεταρρυθμιστικά σχέδια κινδυνεύουν να βαλτώσουν ή να μείνουν εντελώς ανεφάρμοστα.

Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξα μετά από 15 χρόνια ενασχόλησης με τα προβλήματα της υγείας εν Ελλάδι -τα 3 μάλιστα από την προνομιακή (ως παρατηρητήριο) θέση του ειδικού συμβούλου του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη.

Ο προσωπικός μου «δρόμος προς τη Δαμασκό» ήταν μια συνομιλία μου πριν λίγα χρόνια με έναν καθόλα συμπαθή και προοδευτικό γιατρό για το θέμα των απογευματινών ιατρείων (την απόπειρα του Αλέκου Παπαδόπουλου ως υπουργού υγείας να νομιμοποιήσει την ιδιωτική ιατρική των γιατρών του ΕΣΥ φέρνοντάς την μέσα στα κρατικά νοσοκομεία).

Ούτε λίγο ούτε πολύ, ο καθόλα συμπαθής γιατρός μου εξήγησε ότι με αμοιβή 50 ευρώ (ανά επίσκεψη των 15 λεπτών) τα απογευματινά ιατρεία «δεν άξιζαν τον κόπο».

Τότε λοιπόν μου αποκαλύφθηκε η (πικρή) αλήθεια, ότι δηλαδή κανένα δημόσιο σύστημα υγείας, πουθενά στον κόσμο, δεν είναι σε θέση να πληρώνει σε τόσους πολλούς γιατρούς τόσα πολλά χρήματα, όσα δηλαδή έχουν συνηθίσει να κερδίζουν στη σημερινή κατάσταση της διαπλοκής (εδώ η λέξη διατηρεί ακέραιο το νόημά της) στο χώρο της υγείας.

Κάπως έτσι κατέληξε ένας οικονομολόγος (και μάλιστα της υγείας) σαν εμένα να «ηθικολογεί», όπως μου προσάπτει ο έτερος συν-προσκεκλημένος Μίμης Ανδρουλάκης, αντί να αναζητά «καλύτερα κίνητρα», όπως θα του υπαγόρευε το επαγγελματικό ένστικτό του.

Ήταν η εξέλιξη αυτή αναπόφευκτη;

Μήπως θα πρέπει να αυτο-αθωωθούμε (άλλο ευρωπαϊκό ρεκόρ αυτό) λόγω ελαφρυντικών, λόγω π.χ. του ότι όταν η Βρετανία και η Σουηδία έχτιζαν κράτος πρόνοιας και σύστημα υγείας εμείς είχαμε εμφύλιο και τα λοιπά;

Το επιχείρημα, αν και όχι εντελώς αβάσιμο, λειτουργεί πάνω από όλα ως καθησυχαστική δικαιολογία.

Για παράδειγμα, στην Ιταλία το ΕΣΥ ιδρύθηκε το 1978 και στην Ισπανία το 1983. Στη μεν Ιταλία τα ταμεία υγείας καταργήθηκαν εν μια νυκτί (βοηθούσε ότι ήταν ελλειμματικά), στη δε Ισπανία καταργήθηκαν σταδιακά με ορίζοντα 2εικοσαετίας: πράγματι, ανεξαρτήτως κυβερνητικών εναλλαγών, το 2002 οι ασφαλιστικές εισφορές στα ταμεία υγείας μηδενίστηκαν εντελώς και το σύστημα υγείας έγινε πλήρως χρηματοδοτούμενο από τον κρατικό προϋπολογισμό, όπως ορίζει η θεωρία (και η κοινή λογική).

Καμία νομοτέλεια λοιπόν.

Η εξέλιξη του τομέα της υγείας στην Ελλάδα έχει να κάνει με τις ιδιαιτερότητες της ελληνικής κοινωνίας, καθώς και με τις ιδιαιτερότητες του πολιτικού υποκειμένου που ανέλαβε να υλοποιήσει το ΕΣΥ -δηλαδή του ΠΑΣΟΚ.

Το θέμα είναι τώρα τι λες, που λέει και ο ποιητής.

Η εμπέδωση ενός πνεύματος (σχετικής, έστω) ανιδιοτέλειας, σεβασμού της δεοντολογίας, σεβασμού στον ασθενή και εξυπηρέτησης του δημοσίου συμφέροντος είναι κάτι που παίρνει πολύ χρόνο -περισσότερο από τη θητεία μιας κυβέρνησης, πόσο μάλλον ενός υπουργού- και μπορεί να μη γίνει ποτέ.

Χωρίς περιστροφές. Κατά τη γνώμη μου, η μόνη ελπίδα και το μόνο στοίχημα μιας μελλοντικής μεταρρυθμιστικής κυβέρνησης θα ήταν η συσσώρευση ενός «κοινωνικού κεφαλαίου»: με άλλα λόγια ο εντοπισμός πρώτα, και η συνειδητή ενίσχυση και υποστήριξη έπειτα, των λίγων γιατρών, νοσηλευτών και διοικητικών που είναι ακόμη διατεθειμένοι να προσφέρουν, με μόνο αντίτιμο ένα αξιοπρεπές, απλώς, εισόδημα -και επιπλέον «κέρδος» την αυτοεκτίμησή τους, τον σεβασμό κάποιων συναδέλφων τους, και την αγάπη των ασθενών τους.

Δίχως μια τέτοια κρίσιμη μάζα ανθρώπων, καμμία μεταρρυθμιστική απόπειρα δεν θα καταφέρει όχι να αντιστρέψει αλλά ούτε καν να επιβραδύνει τον καλπάζοντα εκφυλισμό του τομέα της υγείας στη χώρα μας σε εφιαλτικό κακέκτυπο της ρεαλιστικής ουτοπίας ενός δημόσιου συστήματος υγείας, η πρόσβαση στο οποίο να εξαρτάται από την ανάγκη για περίθαλψη, όχι από το εισόδημα ή την κοινωνική θέση...

Μάνος Ματσαγγάνης
ppol.gr, 12/06/2007
το άρθρο από εδώ: -->>
http://www.diamet.gr/el/readAuthors.asp?authorID=341&page=1&textID=3740

__________________
ΣΗΜ.1. Ο Μάνος Ματσαγγάνης είναι επίκουρος καθηγητής στο οικονομικό πανεπιστήμιο Αθηνών. Το κείμενο προέρχεται από ομιλία σε εκδήλωση του ΙΣΤΑΜΕ με θέμα «νέες προκλήσεις για το σύστημα υγείας: πρωτοβάθμια περίθαλψη και ο νέος ρόλος του νοσοκομείου» (Αθήνα 7 ∆εκεμβρίου 2006). Ο συγγραφέας θα συνιστούσε σε όσους, αφελώς ή όχι, δυσπιστούν για την έκταση της ηθικής κρίσης του ΕΣΥ -αλλά και του ιδιωτικού τομέα υγείας στην Ελλάδα- να ενημερωθούν για την υπόθεση της Αμαλίας Καλυβίνου
ΣΗΜ.2. Μετά από συζήτηση με φίλο μπλόγγερ, αποφάσισα να τονίσω ένα τμήμα του κειμένου που, παράλληλα με την έκφραση της γνώμης του κ. Ματσαγγάνη, εκφράζει και την ευχή πολλών ανθρώπων. Σημειώνω επίσης εδώ ότι διαφωνώ με τα εισαγωγικά όπου τοποθετεί, στη συγκεκριμένη παράγραφο, ο συντάκτης του άρθρου τη λέξη "κέρδος" επειδή το κέρδος αυτό το θεωρώ αληθινό και σημαντικό, καθώς και την έκφραση "κοινωνικό κεφάλαιο" που είναι το πλέον απαραίτητο συστατικό για την πρόοδο και βελτίωση της κοινωνίας μας -και της υγείας της, γενικώς.

Κυριακή 1 Ιουνίου 2008

Αμαλία άνοιξες δρόμο και δεν σε ξεχνούμε



Ας κοιτάξουμε σήμερα την Αμαλία μας όπως ήταν, ένα χαρούμενο κοριτσάκι και μια γλυκειά κοπελίτσα. Ας ξεχάσουμε για λίγο το βλέμμα του παγιδευμένου θηρίου που αποκτήθηκε μετά τα όσα τράβηξε εξαιτίας της ολιγωρίας και της εγκληματικής αμέλειας -δήλωση άγνοιας δεν γίνεται δεκτή, ας ρωτούσαν κάποιον που γνωρίζει ή ας έψαχναν λίγο πιο προσεκτικά- μερικών γιατρών. Εκείνους, αν δεν τους αναλάβει η Πολιτεία, θα τους ξεγράψουν οι ασθενείς.

Η Αμαλία πάντως θα ζει στις καρδιές μας για πολλούς λόγους. Οι σημαντικότεροι λόγοι είναι, πριν από όλα, το θάρρος να ξεσκεπάσει όσα έμεναν κρυφά από τον πολύ κόσμο, καθώς και η παληκαρίσια στάση της απέναντι στον καρκίνο. Κατόπιν, η επώνυμη καταγγελία μερικών γιατρών που ασκούν πλημμελώς το λειτούργημα της ιατρικής, που το θεωρούν μονάχα βιοποριστικό τους επάγγελμα. Μετά, η ειλικρίνειά της να δηλώσει τα ονόματα των ευσυνείδητων γιατρών, δείχνοντας έτσι ότι δεν είναι όλα μαύρα σε αυτόν τον τόπο και ύστερα, με την όλη στάση της ως υπεύθυνου μέλους της κοινωνίας μας, να δείξει ένα δρόμο προς εμάς τους υπόλοιπους που μπορεί κάποτε να βρεθούμε σε παρόμοια θέση. Ο καρκίνος, όπως όλες οι ασθένειες, δεν κάνει διακρίσεις. Σε ευχαριστούμε Αμαλία. Από καρδιάς.

Ενα μικρό δείγμα τιμής από μένα προς τη μνήμη σου, που τη χρειαζόμαστε να παραμένει ζωντανή, είναι μια πρόταση -κάτι τι ελάχιστο- που είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί χωρίς πολλά έξοδα και το οποίο θα διευκολύνει την επικοινωνία των ασθενών με τον έξω κόσμο:
Να τοποθετηθούν συνδέσεις με το διαδίκτυο στα νοσοκομεία για χρήση των ασθενών. Αν όχι σε όλους τους θαλάμους, από μερικές πρίζες σε κάθε όροφο ώστε να μπορεί να συνδεθούν φορητοί υπολογιστές (λαπτοπ), μια ελάχιστη παροχή προς τους πάσχοντες που αποζητούν επικοινωνία. Εδώ, έχουν οι φυλακές συνδέσεις για τους κρατουμένους, οι ασθενείς είναι σε χειρότερη μοίρα; Μήπως συμβαίνουν τόσα πολλά έκτροπα που πρέπει να κρύβονται; Αν η Πολιτεία επιθυμεί να προσφέρει μια ανάσα στους πάσχοντες συνανθρώπους μας, ας το φροντίσει. Τα νοσοκομεία δεν είναι φυλακές ούτε τόποι εξορίας από την κοινωνία των υγιών. Δεν αρκούν οι συσκευές τηλεόρασης μονάχα. Ζούμε στο σήμερα και όχι στο προχτές. Ισως μάλιστα αυτή η παροχή επικοινωνίας να σημάνει το καμπανάκι για την ουσιαστική βελτίωση, μια και οι χρήσιμες ιδέες θα διαδίδονται αμέσως.

Η πρόταση αυτή αφορά τα Δημόσια Νοσοκομεία, για τη βελτίωση του Ε.Σ.Υ. παλεύουμε και μακάρι να εμπλουτισθεί το δυναμικό τους, να γίνουν και όλες οι προτεινόμενες αλλαγές, να ανακουφιστεί ο κόσμος και να ξανανοιώσει εμπιστοσύνη στον άνθρωπο γιατρό.